Η σεξουαλικότητα ήταν κάτι που δημιουργούσε ενοχές, για ένα κορίτσι που μεγάλωσε με πατριαρχικά πολύ στερεότυπα. Μεγαλώνοντας, έκανα κάποιες φωτογραφίσεις. Εγώ ανέβαζα αυτές τις φωτογραφίες, με πλησίαζαν άλλοι φωτογράφοι που ήθελαν να κάνουμε δουλειά, εγώ μετά έβαλα τον όρο ότι θα πληρώνομαι γι’ αυτό… Έβγαζα λεφτά, δηλαδή, με γυμνές φωτογραφίσεις.
Και στην πορεία διάφορες απογοητεύσεις, πολλές απογοητεύσεις μπορώ να πω… Κατάλαβα ότι είμαι πάρα πολύ αγανακτισμένη, ήθελα να πάρω εγώ τον έλεγχο με κάποιον τρόπο και σκέφτηκα ότι: «Ωραία, θα απευθυνθώ σε ένα γραφείο συνοδών ως πελάτισσα, για να το δω πώς λειτουργεί το πράγμα». Μετά είδα υπήρχε ένα σημείο στο site που έλεγε: «Αν ενδιαφέρεσαι εσύ να γίνεις» και λέω: «Ωραία, ας απευθυνθώ κι εκεί».
Ήτανε όλα πάρα πολύ γρήγορα, δεν υπήρχε αναμονή, δεν υπήρχε άγχος. Αυτή η εμπειρία είναι πολύ έντονη για εμένα, γιατί εγώ είχα αφιερώσει χρόνο και χρόνο και χρόνο σε δουλειές, σε συνεντεύξεις, με άγχη, αναμονή, υποτίμηση, να μη μου απαντάει κανείς για μέρες, μήνες… Οπότε αυτή η άμεση απάντηση, ανταπόκριση, ήταν πολύ αισιόδοξη σε αυτήν τη σκοτεινιά που βίωνα. Όλα αυτά έγιναν σε ένα βράδυ, έτσι; Και την επόμενη μέρα είχα ραντεβού με έναν άνθρωπο απ’ το γραφείο αυτό.
Η συνάντησή μας ήταν πάρα πολύ ωραία, γιατί κράτησε γύρω στο τρίωρο και μιλούσαμε για διάφορα πράγματα. Μου εξήγησε πώς έχει η δουλειά. Ήτανε απόλυτα ειλικρινής για το τι είναι αυτή η δουλειά. Λίγα απ’ αυτά που μου είπε είναι ότι: «Πιο πολλά θα σου πάρει, πάρα θα σου δώσει, ακόμα κι αν είναι πολλά λεφτά». Όπου κι εκείνος είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για τον λόγο που εγώ το έκανα αυτό.
Υπήρχε πολύς σεβασμός στο τι θέλω να κάνω, καθόλου έτσι όπως τα περίμενα, ότι είναι ένα τέρας, αλλά αντιθέτως, μου άρεσε πάρα πολύ που υπήρχε αυτός ο σεβασμός στο τι θέλω εγώ να κάνω. Σε άλλες δουλειές, συνεντεύξεις, ας πούμε, πήγαινα για πολύ decent δουλειές, υπήρχε μεγάλη ασέβεια, υπήρχε πάρα πολύ τσοντιλίκι, να το πω κι έτσι. Ότι: «Άμα δε σου αρέσει, κάποιος άλλος θα βρεθεί να το κάνει» και «Παντού έτσι είναι και πρέπει να το δεχτείς» και «Αυτά είναι τα λεφτά κι αν χρειαστεί, θα μείνεις και λίγο παραπάνω». Πορνεία δηλαδή, αυτό που είχα εγώ στο μυαλό μου ως πορνεία, ήτανε σε άλλα fields εργασιακού χώρου. Και με πάρα πολύ θράσος, σαν να μην υπολογίζουν τον άνθρωπο απέναντί τους.
Σ’ αυτό λοιπόν το field όμως, ήτανε ότι: «Τι προτιμάς εσύ να κάνεις;» «Τι θέλεις εσύ» και «Τι αισθάνεσαι εσύ άνετα να κάνεις;» και «Θα το προσαρμόσουμε έτσι, ώστε να βρεις τους αντίστοιχους πελάτες». Εγώ παίρνω ένα ποσό, το γραφείο παίρνει ένα ποσό και επίσης ο οδηγός που με πηγαίνει, παίρνει ένα ποσό. Μου τα εξήγησε όλα αυτά, πόσο θα βάλουμε την τιμή που θα χρεώνω εγώ την ώρα, ποιες είναι οι υπηρεσίες μου… Τις διάλεγα εγώ αποκλειστικά, δεν υπήρχε: «Πρέπει να κάνεις αυτό». Μου εξήγησε ότι: «Είναι κοπέλες που έχουν εφτά-οχτώ ραντεβού το βράδυ κι είναι μηχανές. Εσύ μπορείς να το κάνεις όσο θέλεις».
Η χρήση του προφυλακτικού ήτανε απαραίτητη, υποχρεωτική. Μου είπαν ότι: «Οι πελάτες θα σου ζητήσουν να σου δώσουν παραπάνω, να κάνεις χωρίς. Αυτός είναι ο μόνος κανόνας που βάζουμε σαν γραφείο. Τίποτε άλλο δεν είναι υποχρεωτικό για σένα. Αν νιώσεις απειλή, οποιαδήποτε απειλή, κάτω είναι ο οδηγός, στην ουσία σε προστατεύει. Αυτό που εμείς θέλουμε είναι να υπάρχει προφυλακτικό, γιατί όλα χαλάνε μετά, απ’ όπου κι αν το σκεφτείς». Κι επίσης μου άρεσε αυτό. Υπήρχε ένας επαγγελματισμός σε όλα.
Γενικά, υπήρχε πολύ ωραίο κλίμα. Μου είπε: «Πήγαινε για ψώνια, να πάρεις ωραία πράγματα». Και του έλεγα: «Τι μπορώ να πάρω;» Μου έλεγε: «Τι στυλ θέλεις να έχεις; Το “τσουλέ”, το “τριτοδεύτερο;”» Εγώ όλα αυτά τα άκουγα πάρα πολύ ευχάριστα, μου ήταν πολύ αστείο όλο αυτό. Γενικά, υπήρχε πολύ πλάκα. Οπότε πήγα εγώ, ψώνισα και πήρα πολύ καλά ρούχα.
Την επόμενη έγινε η φωτογράφιση, όπου με ρώτησαν τι θέλω να φαίνεται, τι δε θέλω να φαίνεται, γιατί είναι ιδιωτικότητα και τα λοιπά. Από εκεί και πέρα, ήμουν εγώ σε ταινία, είχα μπει στο performance.
Την έχτισα την περσόνα μου, πολύ μεθοδικά κι έξυπνα, για να έχω και τους αντίστοιχους πελάτες. Έγινα diva, που εγώ δεν το είχα αυτό. Ήταν ένα μέρος απ’ την ψυχοσύνθεσή μου που απλά του έδωσα φως περισσότερο, γιατί κατάλαβα ότι μ’ αυτήν την περσόνα που έχτισα, ένιωθα πολύ καλά και προστατεύτηκα επίσης. Μου απευθύνονταν άνθρωποι που θέλανε αυτό, δηλαδή το girlfriend experience. Ανάλογα μ’ αυτό που δείχνεις, το περιτύλιγμα, ας πούμε, έχεις και την αντίστοιχη συμπεριφορά.
Εγώ έπαιζα τον ρόλο μου. Να προσπαθώ να καταλάβω τι πελάτη έχω μπροστά μου και ποιο είναι το αδύναμό του σημείο, τι θέλει, τι του αρέσει, τι θα μπορούσε. Και το πετύχαινα πολλές φορές κι αυτό μου έδινε εμένα μία αίσθηση εξουσίας, ας πούμε, και μια αίσθηση παντοδυναμίας. Ή όταν πρώτα-πρώτα μου έδιναν τα λεφτά, ότι: «Εδώ είναι τα λεφτά» κι εγώ αυτό το έλεγα ότι: «Δε χρειάζεται. Το ξέρω, θα τα βρούμε μετά». Δεν είχα αυτό του επαγγελματία, που θέλει να το πάρει και καλά κάνει. Εγώ ήμουνα: «Ας το παίξω τώρα έτσι, “δε με νοιάζει”». Οπότε αυτό τους συγκινούσε, μετά πήγαινε σε ένα άλλο επίπεδο η κατάσταση και μέχρι να φύγω, είχε γίνει έρωτας και παντρειά!
Κι εκεί υπήρχε μετά το κυνικό της υπόθεσης, που μου έλεγε ο οδηγός: «Έτσι», μου λέει, «είναι τώρα. Κάνε αυτή τη δουλειά για δύο χρόνια κι η ψυχή έχει φύγει», όπως γίνεται με πολλά πράγματα. Για να έχεις ψυχή σε κάτι, έχει ημερομηνία λήξης. Δεν υπάρχει αυτή η φρεσκάδα. Μετά μπαίνουνε τα νεύρα, μετά μπαίνει το γινάτι και μπλα, μπλα, μπλα. Ρουτινιάζει, όπως με κάθε δουλειά, αλλά νομίζω αυτό που μου είπε εκείνος, ο έρωτας και το σεξ είναι κάτι που κάνουν οι άνθρωποι ας πούμε κι είναι τελείως προσωπικό και ιδιωτικό και φεύγει απ’ όλα αυτά τα άλλα πράγματα που κάνουμε: «Να πάρουμε λεφτά, να πληρώσουμε τα κοινόχρηστα».
Όταν το κάνεις αυτό για πάρα πολλά χρόνια, μπερδεύεσαι και χάνεις ένα πράγμα που έχεις σαν άνθρωπος. Το ’βλεπα λίγο, ότι δε θέλω να νιώθω ότι κάνω έρωτα με έναν άντρα και περιμένω τα λεφτά στο κομοδίνο μετά. Κι έλεγα ότι: «Φυσικά, είναι πολύ νωρίς για να πω εγώ ότι θα διαστρεβλώσω μία έννοια τέτοια». Ούτε καν για μια γυναίκα που μπορεί να το κάνει πάρα πολλά χρόνια, αν έχει τη συνειδητότητα που χρειάζεται, δεν πιστεύω ότι α, ναι, θα βλέπεις το σεξ μόνο έτσι, όχι.
Η όμορφη στιγμή μου με πελάτη είναι συνδυαστικά με μια περίεργη προηγούμενη, δηλαδή, η μία συμπληρώνει την άλλη και την κάνει όμορφη. Είχα ραντεβού με έναν πελάτη, όπου ήταν καθηγητής σε σχολείο, χημείας. Κι ο άνθρωπος αυτός ήθελε απλά να τον πάρεις αγκαλιά και να του τραγουδήσεις. Γενικά, έπαιζα στα δάχτυλα όποιο ραντεβού κι αν είχα, είχα μετά πάρει το κολάι και ήμουν πολύ αεικίνητη. Σ’ αυτό δεν ήξερα πώς να συμπεριφερθώ στην αρχή, γιατί μου δημιούργησε αμηχανία, ότι ο άνθρωπος έχει πολλά δράματα και μου ήταν κι εμένα λίγο βαρύ, μου ξύπνησε κι εμένα δικά μου, έγινε ένα περίεργο πράγμα. Το μάζεψα γρήγορα όμως και φυσικά, μπήκα σ’ αυτόν τον ρόλο, λέω: «Θα το κάνω κι αυτό». Οπότε τον αγκάλιασα και του τραγουδούσα τραγουδάκια, ό,τι μου ερχότανε. Αυτός ήταν ικανοποιημένος. Ήταν όμως ένα ραντεβού creepy. Κι όταν έφυγα, λέω: «Λοιπόν, τώρα νιώθω πόρνη 100%. Θέλω να πάω στο επόμενο ραντεβού και να κάνω σεξ». Εγώ ήθελα να πάω να κάνω σεξ. Οπότε το επόμενό μου ραντεβού ήταν ένας κούκλος, νέο παιδί, όμορφος, τέλειος. Οπότε έκανε κι αυτός λίγο την περιπέτειά του και έγινε ένα σεξ, ας πούμε, που θα το θυμάμαι ακόμα και τώρα, ότι θα μπορούσε να γίνει και στη ζωή μου, να έχω πάει σε ένα μπαρ και να γίνει φοβερό πράγμα! Ήτανε πολύ ωραίο.
Φυσικά, υπήρχαν και τα άσχημα ραντεβού, όπου ήταν η θλιβερή πραγματικότητα των αντρών, που είναι παντρεμένοι κι είναι τελείως μαλάκες. Αυτή η επιμονή να το κάνουν χωρίς προφυλακτικό και να είναι κι άνετοι κιόλας που έχουν μια γυναίκα και παιδιά, δεν το έκρυβαν! Ήτανε πολύ άθλιο. Έτσι το έβλεπα εγώ, ήτανε πολύ σιχαμένοι. Ανυπομονούσα να φύγω. Και με έπιανε κι εμένα αυτός ο θυμός, οπότε αυτό να το διαχειριστώ: «Τι σκατά κάνω εδώ πέρα και τι είναι αυτές οι βλακείες και γιατί δεν έχω μια σωστή δουλειά;» Όλα αυτά περνούσανε απ’ το μυαλό μου. Έβαζα τους όρους, τι είναι σωστό, τι είναι λάθος, τα ηθικά παίζανε πολύ σε τέτοια ραντεβού. Θεωρούσα όλο αυτό λάθος, το θεωρούσα λάθος έτσι όπως το σκεφτόμουνα, ότι: «Αυτός ο άνθρωπος τώρα επιμένει να κάνει σεξ χωρίς προφυλακτικό. Κι αν ήμουνα εγώ σε ανάγκη, αν ήμουν ναρκομανής, ποιος θα έφταιγε; Εγώ; Η κοπέλα; Που βρίσκεται εκείνη τη στιγμή σε ανάγκη κι αυτός είναι ένας γελοίος, αχρείος;»
Γνώρισα αυτήν την πλευρά των αντρών, που είναι η μισητή. Από την άλλη όμως, γνώρισα και πάρα πολύ γλυκύτατους ανθρώπους, όπου ακόμα και τώρα με πιάνει έτσι μια γλύκα που το σκέφτομαι. Όπου ήτανε άνθρωποι πολύ μόνοι. Ήταν ένας ναυτικός κι αυτός, μόνος, νομίζω χωρισμένος, και μιλούσαμε λίγο για πράγματα, γενικά τους άρεσε να μιλάμε. Ο καημένος αυτός τώρα, υπήρχε αυτή η αμηχανία, ότι ήθελε να μου δώσει γρήγορα τα λεφτά, ας πούμε, για να μην πω εγώ ότι: «Α, δε μου τα δίνει τα λεφτά» κι όλο αυτό μου προκαλούσε μια γλύκα.
Υπήρχαν κοπέλες που εκμεταλλεύονταν αυτούς τους άνδρες, ήτανε λίγο ευάλωτοι, ευαίσθητοι, δεν ξέρω πώς να το πω. Τους είχαν για υποχείρια. Ας πούμε, υπήρχε μια περίπτωση παιδιού που μ’ είχε καλέσει απλά για να μου πει τον πόνο του, ότι μία άλλη συνάδελφός μου του υποσχόταν τώρα γάμους, παντρειές… Ήθελα να του πω: «Βρε, πού έχεις μπλέξει κι εσύ; Κι αυτή επιβίωση κάνει και θα εκμεταλλευτεί όποιον μπορεί». Είναι έτσι η κατάσταση. Γιατί όταν το κάνει ένας άντρας, ας πούμε, είναι δύναμη κι όταν το κάνει μια γυναίκα, είναι πουτάνα; Γιατί τη βρίζανε, ας πούμε, οδηγοί πολύ αυτή τη γυναίκα. Ήθελα να του πω: «Μην ακούς αυτά τα λόγια, δεν μπορεί να σ’ ερωτευτεί». Προσπαθούσα εγώ τώρα να του δώσω μια βοήθεια. Μου έλεγε: «Όχι, μ’ έχει ερωτευτεί», το είχε πιστέψει ο καημένος. Οπότε εμένα αυτό με λυπούσε πολύ.
Κι όταν είχαμε πάει επίσης ένα πολύ ωραίο ραντεβού, σε έναν πελάτη τρεις κοπέλες, εγώ κι άλλες δυο. Κι ήτανε πολύ-πολύ ωραίο. Ήτανε τώρα στιγμή από βιβλίο του Κέρουακ: που ήτανε όλοι εκεί κι υπήρχε αυτό το vibe το σεξουαλικό, καταπληκτικό. Όταν μέναμε μόνες με τις κοπέλες, εγώ ήμουν εκστασιασμένη απ’ αυτήν την εμπειρία, που ήμουν εκεί, που υπήρχε όλο αυτό και το ’βλεπα να εκτυλίσσεται. Η μία ήταν πραγματικά ένας έρωτας, μέχρι κι εγώ είχα γοητευτεί από εκείνη, υπέροχη, κούκλα. Αλλά ο τρόπος που άλλαξε το ύφος και την περσόνα της όταν μείναμε οι τρεις μας, ήτανε αποκαλυπτικός: ήταν δουλειά, πώς τελειώνεις τη δουλειά εσύ και πας σπίτι και λες: «Λοιπόν, για να δούμε τώρα τι κάναμε». Εκείνες ήταν η δουλειά τους, είχανε τα actual προβλήματα και ήταν επαγγελματίες. Εγώ ήμουνα «γιούχου» και το ήξερα αυτό, ότι θα έχει ημερομηνία λήξης.
Όταν εγώ συνέχιζα να κάνω τις άλλες μου δουλειές κι έφυγα απ’ αυτό, ούτε μακιγιάζ, ούτε τακούνια, ήμουν με το αθλητικό, ο λέτσος. Πήρα ένα ταξί μία φορά κι ο οδηγός του ταξί ήταν ένας απ’ τους οδηγούς. Και φυσικά είπαμε τα ονόματά μας, τα ψευδώνυμα που μόνο εμείς ξέραμε. Ήταν καταπληκτική αυτή η συνάντηση. «Πού είναι τα τακούνια, πού είναι όλα αυτά;» Κι ήταν πολύ αστείο. Και του λέω: «Πώς είναι τα πράγματα χωρίς εμένα;» Μου λέει: «Μας λείπεις πολύ», γιατί κάναμε και ωραία παρέα, «αλλά», μου λέει, «η μηχανή γυρίζει. Δεν έγινε τίποτα. Όπως τα ξέρεις. Και πάμε και πάμε και πάμε». Και λέω: ««Κοίτα, είναι πολύ ωραίο τώρα αυτό».
Εγώ ήμουν «βασίλισσα» όσο κράτησε. Είδα όμως μετά ότι όταν τελείωσε, τελείωσε. Η μηχανή γυρίζει και χωρίς εμένα και θα εξακολουθεί. Δηλαδή, στην εγωκεντρικότητά μου και στον ναρκισσισμό μου, αυτό ήτανε ό,τι πρέπει. Γιατί αυτή η περσόνα ήτανε εγκλωβιστική, στο real life. Όταν προσπαθώ να εντυπωσιάζω κάποιον και να τους γοητεύω και να τους σαγηνεύω, είναι ένα παιχνίδι που είναι πολύ κουραστικό. Αλλά θέλω να είμαι αυτό; Γιατί όταν προσπαθείς να σαγηνεύεις συνέχεια τον κόσμο, είσαι και υποχείριό τους στην τελική, κάτι που δεν μπορούσα να το δω τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό που νομίζεις ότι: «Εγώ έχω τον έλεγχο», τελικά είναι αντίστροφο, γιατί γίνεσαι ο κλόουν των άλλων, με το να προσπαθείς να τους σαγηνεύεις. Αυτοί σαγηνεύονται στην τελική, εσύ απλά τους διασκεδάζεις.