Μοντέλο με αλωπεκία

Από τριών χρονών, αυτό που θυμάμαι πάντα, είναι μια προπονήτρια να με ζυγίζει. Γιατί από τριών ετών ασχολούμαι με τη ρυθμική γυμναστική, τη συγχρονισμένη κολύμβηση και μετά με το μπαλέτο, σε επαγγελματικό επίπεδο. Είχα αφιερωθεί ολοκληρωτικά σε αυτό.
Είχαμε πάντα την ημέρα του ζυγίσματος, μια φορά την εβδομάδα. Δεν έπρεπε να έχουμε πάρει μέσα στην εβδομάδα ούτε ένα γραμμάριο. Αντιθέτως, θα έπρεπε να έχουμε χάσει. Αυτό, όταν μπήκα στην εφηβεία, με όλες τις αλλαγές που γίνονται στο σώμα της γυναίκας στα δεκαπέντε-δεκαέξι χρόνια, ήταν κάτι πάρα πολύ ψυχοφθόρο και δύσκολο.
Δύο περιστατικά με στιγμάτισαν περισσότερο. Στη Γ' Λυκείου έκανα ιδιαίτερα μαθήματα μπαλέτου με μία δασκάλα, μια πάρα πολύ ταλαντούχα και καλή μπαλαρίνα. Με ζύγιζε δύο φορές την ημέρα, κάθε μέρα, επτά φορές την εβδομάδα, γιατί δε σταματούσαμε ποτέ την προπόνηση, ούτε τις Κυριακές. Και δε με άφηνε να πίνω ούτε καν αρκετό νερό, για να μην ανέβουν τα γραμμάρια. Αυτό το πράγμα με επηρεάζει ακόμα και τώρα, ασυνείδητα δεν πίνω κάθε μέρα ικανοποιητική ποσότητα νερού. Πιέζω τον εαυτό μου για να πιει νερό, να ξεκολλήσει από αυτό το πράγμα. Σε κάποια φάση είχε έρθει ακόμα και σπίτι μου κι είχε ανοίξει τα ντουλάπια, για να δει ακριβώς τι τρώω, γιατί δεν έχανα κιλά. Ήμουν σε μία ηλικία που το σώμα αλλάζει καθημερινά, αλλά αυτό δεν μπορούσε να το κατανοήσει η προπονήτρια. Με αντιμετώπιζε σαν έναν άνθρωπο που δε θα έπρεπε να έχει καμία αλλαγή, να μη μεταβάλλεται τίποτα στο σώμα του, να είναι πάντα σταθερά τα νούμερα της ζυγαριάς.
Μια άλλη φορά, στα δεκαεπτά μου, πήγα για προπόνηση, ενώ ήμουν αδιάθετη. Είχα μεγάλη αιμορραγία, τα πόδια μου είχαν γεμίσει αίμα. Η προπονήτρια δε με άφηνε να σταματήσω. Φώναζε πάρα πολύ κι συνεχίζαμε. Στο τέλος, είπα πως δεν μπορώ να συνεχίσω και βγήκα έξω από την αίθουσα. Με άφησε μόνη μου στον Άλιμο, μέσα στα αίματα. Έπρεπε τότε να φύγω από τον Άλιμο, να περπατήσω μέσα στα αίματα μέχρι το πιο κοντινό μετρό, να αλλάξω δύο μετρό για να γυρίσω σπίτι μου, να κάνω μπάνιο και να αλλάξω ρούχα. Ήταν ταπεινωτικό, ήταν απάνθρωπο. Ήμουν ένα παιδί, δεκαεπτά χρονών.
Οπότε κι εμένα ο μόνος και μόνιμός μου στόχος ήταν να είμαι σε φόρμα και να μην τρώω, να μην παχύνω, να είμαι πάντα αδύνατη. Ξεκίνησα να κάνω skip κάποια γεύματα ή να μειώνω πολύ έντονα θερμιδικά κάποια γεύματα. Έτσι, ξεκίνησαν οι διατροφικές διαταραχές. Όταν αθλείσαι τέσσερις και πέντε ώρες την ημέρα και τρως λιγότερες από οκτακόσιες θερμίδες, τότε αρχίζει μία ατροφία. Και το σώμα, επειδή του στερείς την τροφή, μετά από λίγο ξεσπάει και καταναλώνει περισσότερη τροφή από ό,τι θα κατανάλωνε κάτω από φυσιολογικές συνθήκες. Ξεσπούσε το σώμα μου με κρίσεις υπερφαγίας.
Παράλληλα, ανέπτυξα αγχώδεις διαταραχές. Εκ των υστέρων, όταν θυμάμαι τον εαυτό μου εκείνα τα χρόνια, από τα δεκατέσσερα-δεκαπέντε μέχρι τα είκοσι ένα μου, το άγχος μου ήταν ανεξέλεγκτο. Και μονίμως αναζητούσα την επιβεβαίωση από κάποιον ανώτερο, δεν πίστευα στον εαυτό μου, ήμουν πάρα πολύ ενοχική. Πάντα είχα άγχος για τα πάντα. Οπότε όλο αυτό φώλιαζε, φώλιαζε, συσσωρευόταν μέσα μου κι έκανε ένα μεγάλο «μπαμ» όταν ήμουν είκοσι δύο χρονών.
Άρχισαν ξαφνικά να μου πέφτουν οι βλεφαρίδες. Δεν ήξερα ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Πήγα σε οφθαλμιάτρους και δεν μπορούσαν να βρουν τι συμβαίνει. Πήγα σε μια δερματολόγο. Τότε είχα πολύ μακριά μαλλιά και πλούσια. Η δερματολόγος μού λύνει την αλογοουρά και μέσα έλειπαν μαλλιά, σε πάρα πολλά σημεία. Η διάγνωση ήταν αλωπεκία. Είναι αυτοάνοσο και σίγουρα συνδέεται και με την ψυχολογία, γιατί όλοι οι γιατροί με ρωτούσαν αν έχω άγχος, χρόνιο άγχος, αν έχω κάποια άλλη διαταραχή.
Δεν μπορούσα να κατανοήσω ακριβώς τι συμβαίνει και γιατί έπαθα κάτι τέτοιο. Είχα πανικοβληθεί. Όχι γιατί έχανα τα μαλλιά μου, αλλά γιατί το σώμα μου είχε τον έλεγχο, χωρίς τη συναίνεσή μου. Κι αυτό με τρόμαζε πάρα πολύ.
Χτενιζόμουν κάθε μέρα στο μπαλκόνι κι έφευγε μία πολύ μεγάλη ποσότητα μαλλιών, σοκαριστικά μεγάλη ποσότητα μαλλιών. Κοιμόμουνα και ξυπνούσα το πρωί κι έβλεπα μαλλιά, πάρα πολλά μαλλιά στο μαξιλάρι μου! Δεν ήθελα να ξυπνάω έτσι. Έτσι, πήρα την απόφαση να ξυρίσω μόνη μου ό,τι μαλλί μου είχε απομείνει. Εκείνη τη μέρα λυτρώθηκα, ένιωσα ότι παίρνω τον έλεγχο πίσω.
Αγόρασα μια περούκα. Η περούκα που είχα σου έδινε τη δυνατότητα να τη φοράς συνέχεια, ακόμα και στη θάλασσα ή στο ντους. Στην ουσία, δηλαδή, δε θα υπήρχε καμία αλλαγή στη ζωή μου. Όμως εγώ δεν μπορούσα να το δεχτώ με τίποτα, το να έχω πάνω μου κολλημένο αυτό το αξεσουάρ. Δεν ήθελα να γίνει κομμάτι μου η περούκα, ήταν ένα αξεσουάρ. Θυμάμαι, όταν την είχα πρωτοπάρει, κυκλοφορούσα στο σπίτι χωρίς να τη φοράω κι πατέρας μου μου έλεγε συνέχεια: «Φαιούλα, βάλε την περούκα που πήραμε, βάλε την περούκα». Εμένα αυτό με πίεζε πάρα πολύ. Δεν ήθελα να ακούω κάποιον να μου λέει «βάλε την περούκα». Ήθελα να ακούσω κάποιον που θα πει «δε χρειάζεται να βάλεις την περούκα, αν δε θες», γιατί κι εγώ μέσα μου πάλευα να με αποδεχθώ.
“Όταν ένα κορίτσι είκοσι δύο χρονών χάνει τα μαλλιά του, νιώθει ότι χάνει τη γυναικεία του φύση.”
Ζούμε σε μία κοινωνία που ακόμα κι από τα αρχαία χρόνια, τα μαλλιά της γυναίκας συμβολίζουν τη θηλυκότητα. Το δικό μου βίωμα ήταν να κοιτάζομαι στον καθρέφτη και να νιώθω σαν να μην έχω φύλο. Μου είχε διαταράξει και τη σεξουαλική μου ζωή πάρα πολύ. Αυτό που μου έδωσε μεγάλη δύναμη εκείνη την περίοδο είναι ότι ξεκίνησα να εργάζομαι ως μοντέλο. Η booker από το πρακτορείο με είχε δει χωρίς μαλλιά, αλλά της άρεσα. Κι αυτό ήταν ένα πάρα πολύ μεγάλο boost για την ψυχολογία μου, μου έδειξαν ότι κάτι μπορεί να είναι διαφορετικό, αλλά να είναι κι όμορφο.
Συνέχιζα να πηγαίνω σε γιατρούς, έπαιρνα θεραπείες και κατάφερα να ξαναβγάλω όλα μου τα μαλλιά. Με το που έκοψα όμως την αγωγή, έπεσαν ξανά. Δηλαδή, ξαναβίωσα την ίδια εμπειρία για δεύτερη φορά. Κι ήταν πιο σοκαριστική από την πρώτη, γιατί έπεσαν όλα τα μαλλιά μαζί. Το πρωί έβαλα την περούκα και πήγα στο πανεπιστήμιο. Γύρισα το βράδυ, έβγαλα την περούκα, μπήκα για μπάνιο και μου είχαν πέσει όλα τα μαλλιά! Σοκαρίστηκα, δεν περίμενα πως θα γίνει αυτό. Έκλαψα πάρα πολύ, ενώ την πρώτη φορά που έχασα τα μαλλιά μου δεν είχα κλάψει καθόλου. Βγήκε από μέσα μου όλη η πίεση. Μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια ανέπτυξα άλλα δύο αυτοάνοσα, ακόμα οι γιατροί δεν είναι σίγουροι τι ακριβώς συμβαίνει.
Αποφάσισα να τα παρατήσω όλα και να πάω στην Ικαρία για να μάθω surf. Στην Ικαρία, η τριχόπτωση συνεχίστηκε. Αλλά τότε βρήκα μια εσωτερική δύναμη. Δε με ένοιαζε τίποτα, η ευτυχία για μένα ήταν να πάρω μία σανίδα και να μπω στο νερό. Κάθε φορά που έβλεπα ότι δεν είμαι καλά, έπαιρνα τις στολές και τον εξοπλισμό, πήγαινα στη θάλασσα κι αμέσως, ένιωθα πολύ καλύτερα. Βρήκα το φάρμακό μου στη θάλασσα.


Έπρεπε να δω πώς θα χειριστώ αυτό που μου συμβαίνει. Ή θα το αποδεχτώ και θα συνεχίσω να ζω μία φυσιολογική ζωή ή θα βυθιστώ στη θλίψη, σε όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα. Επέλεξα να αγκαλιάσω αυτό που μου έχει συμβεί και να συνεχίσω να ζω όπως πριν. Σίγουρα υπήρχαν στιγμές απελπισίας, σίγουρα υπήρχαν πολύ άσχημες στιγμές ψυχολογικά, αλλά κατάφερα να ανταπεξέλθω και να συνεχίσω. Γιατί τελικά, παιδιά, δεν έγινε και τίποτα. Ο καθένας βλέπει το δικό του πρόβλημα πιο μεγάλο από όλα τα άλλα. Όμως μόλις καταλάβεις ότι το δικό σου πρόβλημα δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που υπάρχει, ανοίγει ένας άλλος κόσμος.
Δε θα άλλαζα τίποτα από όλα αυτά που έχουν συμβεί στη ζωή μου. Γιατί κατάλαβα πόσο εγκλωβισμένη ήμουν ψυχικά και πόσο εύκολα έπεφτα θύμα στον χειρισμό, στο άγχος. Ενώ τώρα επιλέγω για μένα ό,τι με ευχαριστεί. Κάποια πράγματα στη ζωή είναι ανεξέλεγκτα, όλα μεταβάλλονται, αυτό είναι η ζωή. Όταν κάτι δε μεταβάλλεται, σημαίνει ότι δεν είναι ζωντανό. Θα αλλάξεις, θα πάθεις, θα αλλοιωθείς, θα καταστραφείς, θα ξαναδημιουργηθείς, θα ξαναγεννηθείς ψυχολογικά, σωματικά κι όλα αυτά είναι πολύ όμορφα να τα βιώνεις. Ό,τι και να μας συμβαίνει, δεν πρέπει να αφήσουμε τίποτα να μας στερήσει αυτό: την ομορφιά της ζωής.