Go Back

Από τότε που έγινα διασώστης δίνω πιο πολύ σημασία στο «τώρα»

1520χ736_diasostis
Αφηγητής/τρια

Όταν έγινε ο μεγάλος σεισμός της Αθήνας, το 1999, ήμουν δεκατριών χρονών. Εκεί πρώτη φορά κατάλαβα τη σημασία των διασωστών κι αποφάσισα να γίνω κι εγώ ένας από αυτούς. Είμαι από τη Σκιάθο, οπότε αποφάσισα να φτιάξω την Ομάδα Διάσωσης της Σκιάθου. Κατάφερα να φέρω εκπαιδευτές στο νησί, με ό,τι κόστος συνεπαγόταν για μας αυτό και το  2014, ολοκληρώσαμε την εκπαίδευση. Ήρθα κοντά με ανθρώπους άγνωστους, που όμως μας ένωνε το ότι σκεφτόμασταν με τον ίδιο τρόπο: ότι θέλουμε να βοηθήσουμε. 

Έναν χρόνο μετά, τον χειμώνα του 2015-2016, βρέθηκα στη Λέσβο, στο αποκορύφωμα του προσφυγικού. Είχε μόλις γίνει ένα μεγάλο ναυάγιο στη Συκαμιά και θυμάμαι είδα στις ειδήσεις ένα πεντάχρονο κοριτσάκι το οποίο έχει χάσει τα πάντα, είχε χάσει και τους δύο γονείς του και τα δύο αδέλφια του. Το λέω κι ανατριχιάζω, ακόμα και τώρα. Σκέφτηκα: «Πώς γίνεται ενώ έχω κάνει όλες αυτές τις εκπαιδεύσεις, έχω προσπαθήσει, έχω μάθει όλα αυτά, να κάθομαι στην τηλεόραση και να βλέπω ανθρώπους να πνίγονται;» Κι έτσι, πήγα. 

Στην αρχή, εκεί υπήρχε μία άναρχη κατάσταση, δεν υπήρχαν υποδομές για φιλοξενία, τρόφιμα, είδη πρώτης ανάγκης. Παρόλα αυτά, με την πάροδο του χρόνου, ο κόσμος βοήθησε κι όχι μόνο οι Έλληνες, άνθρωποι από όλο τον κόσμο. Για παράδειγμα, γνώρισα έναν γιατρό από την Αμερική ο οποίος είχε αφήσει τα πάντα πίσω κι είχε έρθει μόνος του με μία τσάντα, με μία σκηνή, για να βοηθήσει. 

Κάθε μέρα, ήμασταν γύρω στις οκτώ με δώδεκα ώρες στο λιμάνι της Μυτιλήνης μαζί με το λιμενικό, που έκανε την πρώτη διαλογή. Τα σκάφη της Frontex έφερναν τους πρόσφυγες και προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά. Ταξίδευαν βράδυ για να μην μπορούν να τους αντιληφθούν οι αρχές, περνούσαν έξι ώρες μέσα στη θάλασσα, μέσα σε ένα φουσκωτό με άλλα πενήντα άτομα, κρύο, φόβος, νύχτα, σκοτάδι… Είχαν μπει από την Τουρκία σε μία βάρκα, είχαν φάει και ξύλο, δεν τους ένοιαζε ούτε αν έχει μποφόρ έξω, ούτε τίποτα. Και βλέπαμε ότι με το που έβγαιναν έξω τα παιδιά στη στεριά, ήθελαν μια αγκαλιά.

“Παιδιά που δεν σε ήξεραν καν, σε αγκάλιαζαν, ήθελαν μια αγκαλιά.”

Είδαμε παιδιά σε άθλια κατάσταση. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα περιστατικό. Είμαστε κατά τις 4 τα ξημερώματα στο λιμάνι και περιμένουμε το σκάφος της Frontex. Μας ειδοποιούν στον ασύρματο: «Θέλουμε ασθενοφόρο, γιατί έχουμε ένα παιδί που έχει πάθει έγκαυμα». Με το που κατέβηκε το πλοίο, βλέπω ένα παιδάκι του οποίου όλα του τα δάχτυλα ήταν πάρα πολύ φουσκωμένα. Δεν ήταν έγκαυμα. Αυτό το παιδί είχε πάθει κρυοπάγημα και στα δύο τα χέρια του, κάτι που δεν ήταν αναστρέψιμο, ήταν μη αναστρέψιμο. Ειδοποιούμε τους γονείς του ότι πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο για ακρωτηριασμό. Δηλαδή, έπρεπε να πεις σε ένα παιδί δώδεκα χρονών και στους γονείς του ότι θα χάσει τα δύο τα χέρια του λόγω κρυοπαγήματος, που είχε από τα βουνά της Τουρκίας. Υπήρχαν πολλές τέτοιες ιστορίες. Ένιωθες ότι προσπαθείς να κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς κι έβλεπες ότι δεν αρκεί. 

Αλλά υπήρχαν κι ωραίες στιγμές. Θυμάμαι ένα συγκεκριμένο πρωινό, πολύ πρωί, που είδα να έρχεται μία φουσκωτή λέμβος μέσα στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Είχε μέσα γύρω στα πενήντα πέντε άτομα, εκ των οποίων εφτά παιδάκια και μωρά. Πολύ μικρά μωρά, μηνών. Μου τα έδωσαν να τα βάλω στο ασθενοφόρο για να τα αλλάξουμε ρούχα. Κι εκεί που δε ξέρω τίποτα από μωρά, πόσο μάλλον να τα αλλάζω, βρέθηκα ξαφνικά μόνος με τρία μωρά. Είχα έναν φακό στο κεφάλι γιατί ήταν βράδυ και τα φώτιζα και τo ένα είχε ανοίξει τα πόδια και τα χέρια και μου χαμογελούσε! Έμοιαζε με αστερία. Το ονόμασα «αστερία» κι εκεί είπα πως: «Έγινα πατέρας!» Ένιωσα πολύ όμορφα.

Στη Λέσβο έμεινα τέσσερις μήνες, μετά έγινε η συμφωνία ΕΕ- Τουρκίας, την άνοιξη του 2016 κι οι ροές σταμάτησαν. Αυτό που μου έμεινε από όλη την εμπειρία της Λέσβου, είναι πως είμαστε πολύ μικροί για να καταλάβουμε ή να κρίνουμε αυτούς τους ανθρώπους. Άκουγα και πριν αλλά κι όταν γύρισα στη Σκιάθο, να λένε: «Γιατί δεν έμειναν να πολεμήσουν;» Δεν μπορείς να κρίνεις μία μητέρα ή έναν πατέρα που έχει αποφασίσει να αφήσει μία χώρα για να σώσει τα παιδιά του. Εκεί είχαν έναν εμφύλιο πόλεμο, δεν ήξεραν τι θα γίνει. Εκείνη τη στιγμή, μπορεί να βάλεις πάνω από την πατρίδα σου, ακόμα κι από τη ζωή σου, την οικογένεια σου, να γλιτώσει. Είχα περιθάλψει μία γυναίκα που είχε τρία παιδιά κι ένα στην κοιλιά κι είχε φύγει μόνη της με τα παιδιά της κι ο άντρας της πίσω πολεμούσε. Δεν μπορείς να κρίνεις σε τέτοιες καταστάσεις.

720x960_diasostis
720x960_diasostis1

 






Γυρίζοντας στη Σκιάθο, έβαλα σκοπό να εκπαιδεύσω ανθρώπους στο νησί, παιδιά στα σχολεία, να ξέρουν πρώτες βοήθειες. Κάθε δευτερόλεπτο σε κάποιες καταστάσεις, μετράει αντίστροφα. Εδώ στο νησί τα καλοκαίρια έχουμε πάρα πολλά συμβάντα και το πιο δύσκολο είναι όταν έχεις να κάνεις με ανθρώπους δικούς σου, ανθρώπους που ξέρεις, που έχεις συναναστραφεί μαζί τους. Πάω σε ένα τροχαίο και βλέπω τον Μιχάλη, τον Μιχάλη που είχαμε δουλέψει μαζί. Ή πάω να βοηθήσω μια γυναίκα που έπαθε ανακοπή στη θάλασσα κι είναι η νονά του ξαδέρφου μου, είχαμε φάει μαζί. Είναι πολύ δύσκολο αυτό.

Είναι στιγμές που νιώθεις ανεπαρκής. Πριν δυο-τρία χρόνια μάς είχαν πάρει τηλέφωνο για μία κοπέλα, μία τριανταπεντάχρονη κοπέλα, που είχε πάθει ανακοπή στις Κουκουναριές. Φτάσαμε εκεί πολύ γρήγορα και κάναμε ό,τι μπορούσαμε για τουλάχιστον μία ώρα και δεν τα καταφέραμε. Ακολουθήσαμε όλα τα πρωτόκολλα που έπρεπε να κάνουμε, τα πάντα: συμπιέσεις, απινιδώσεις, όλα. Δυστυχώς, η γυναίκα δεν επανήλθε. Αφού τελειώσαμε όλες τις προσπάθειες, η μητέρα της μας είπε: «Σας ευχαριστώ πολύ που κάνατε ό,τι μπορούσατε για την κόρη μου» και το μόνο που μας ζήτησε είναι να μην τη μεταφέρουμε εκείνη τη στιγμή, γιατί στο διπλανό δωμάτιο ήταν τα δύο παιδάκια της, πέντε και δύο χρόνων. Εκείνη τη στιγμή, εγώ έφυγα. Δεν άντεξα, πραγματικά. Πήγα στο ασθενοφόρο, έβαλα τα κλάματα, χωρίς να με δει κανένας. Γιατί λες το «γιατί;» Γιατί ενώ έκανα ό,τι μπορούσα, δεν κατάφερα να φέρω αυτή τη γυναίκα πίσω; Γιατί να μη τη δουν τα παιδιά της για ακόμα μια φορά αυτή τη γυναίκα; Εκεί λύγισα, πραγματικά. 

Αντίθετα, πριν από έναν χρόνο, μία ηλικιωμένη εδώ στο νησί, στη χώρα, έπαθε επίσης ανακοπή. Βρεθήκαμε από τα πρώτα λεπτά εκεί, κάναμε ό,τι έπρεπε να κάνουμε και μετά από τριάντα πέντε λεπτά, η γυναίκα έδωσε σφυγμό. Βρέθηκε ένα C130, την πήγαν στην Αθήνα και το επόμενο πρωί, ήταν καλά. Ουσιαστικά έφερες ένα άνθρωπο πίσω από τον θάνατο και συμμετείχες σε ένα θαύμα. Είναι η αντίθεση με το προηγούμενο περιστατικό, που ήταν μία τριανταπεντάχρονη κι ενώ έκανες όλες τις προσπάθειες, δεν πέτυχαν κι εδώ κατάφερες να φέρεις μία ηλικιωμένη πίσω. Πόσο αντιφατική εικόνα είναι αυτή. Οπότε, αυτό που μου έχει κάνει αυτή η δουλειά, είναι πως δίνω πιο πολύ βάση στο «τώρα», στην κάθε στιγμή. Ζήσε την κάθε στιγμή κι άσε τα πολλά τα όνειρα ή τις στεναχώριες. 

Στην Ελλάδα, κάποιος που θέλει να είναι εξειδικευμένος εθελοντής, πρέπει να δώσει πάρα πολλά χρήματα από την τσέπη του. Δεν ισχύει αυτό στο εξωτερικό, στην Ευρώπη. Εδώ στην Ελλάδα απαξιώνεται ο εθελοντής, γιατί τα εύσημα πρέπει να τα πάρει η αντίστοιχη υπηρεσία. Αλλά τι είναι για μένα ο εθελοντισμός; Ανιδιοτελής προσφορά προς τον άνθρωπο και στο περιβάλλον σου, στη ζωή σου, χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα. Για εμένα το αντάλλαγμα είναι το χαμόγελο και το «ευχαριστώ», αυτό είναι το σημαντικότερο. Βοηθάς κάποιον που είχε ανάγκη, σου σφίγγει το χέρι και σου χαμογελάει, χωρίς να το μάθει κανένας. Δε χρειάζομαι ούτε τα χρήματα, ούτε η δημοσιότητα, ούτε τίποτα. Το «ευχαριστώ» και το ότι ένιωσα ότι έκανα μια καλή πράξη, είναι η ανταμοιβή μου. Κάνε αυτό που πρέπει να κάνεις, χωρίς να κοιτάς το «μετά». 

Ερευνητής/τρια
Ταλαδιανού Βικτώρια
Επιμέλεια
Γιώργος Πουλιόπουλος
Autoplay
Playing next

Είσαι σίγουρος πως θέλεις να τερματίσεις τον player;

Alt text
Με το που γυάλιζε το μάτι του ήξερα τι θα συμβεί