Στο καταφύγιο του Κιέβου περιμένοντας τη ρωσική επίθεση

Τις μέρες μας τις μετράμε πλέον με το ποια μέρα του πολέμου είναι. Κανενας δεν ξέρει αν σήμερα είναι 8, 9 ή 10 του μήνα, αν είναι Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη. Ξέρουμε ότι είναι η 14η μέρα του πολέμου. Έτσι λέμε. Δεν το κάνουμε επίτηδες, έτσι μας βγαίνει.
Ονομάζομαι Ντενύς Τσουτσάγιεβ κι είμαι τριάντα τεσσάρων ετών. Ζω στο Χότιβ, ένα χωριό νότια του Κιέβου. Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι στο επάνω μέρος του καταφυγίου, επειδή έχει καλύτερη σύνδεση, αν και δεν είναι τόσο ασφαλές όσο κάτω. Βρίσκομαι εδώ μαζί με τη σύντροφο μου και τη μητέρα της. Το σπίτι μας είναι πολύ κοντά, αλλά επειδή δεν έχουμε υπόγειο ερχόμαστε στο καταφύγιο. Στη διάρκεια της μέρας, αν δεν έχει χτυπήματα, πηγαίνουμε στο σπίτι και μετά, προς το απόγευμα, ερχόμαστε πάλι πίσω.
Ο πατέρας μου είναι Ουκρανός κι η μητέρα μου, μισή Ελληνίδα. Όταν ήμουν δεκαέξι χρονών πήγαμε στην Ελλάδα, στη Λάρισα. Σπούδασα Χημεία, δούλεψα στη Greenpeace και το 2018 έφυγα με τη σύντροφό του και ταξίδεψα σε είκοσι χώρες, για να γνωρίσουμε εθελοντικές ομάδες και ΜΚΟ. Επιστρέψαμε στην Ουκρανία το 2019, για να συνεχίσουμε τη ζωή μας ως σύμβουλοι σε κοινωνικές και περιβαλλοντικές δράσεις.
Την ημέρα της εισβολής, ήμασταν σπίτι. Μας ξύπνησε μια φίλη, γειτόνισσα, μας ρώτησε αν ακούσαμε τους βομβαρδισμούς. Και μας είπε ότι ξεκίνησε πόλεμος!
Τις πρώτες μέρες ήταν αρκετά έντονη η κατάσταση. Όλη τη μέρα κάτι ακουγόταν, κάτι βαρούσε, ακούγαμε συνέχεια εκρήξεις σε κάποια κοντινά στρατιωτικά αεροδρόμια, που χτυπήθηκαν πρώτα. Μας κυρίευε ο τρόμος, δεν κοιμόμασταν. Οι φίλοι μάς έστελναν μηνύματα στο Telegram, από τα διπλανά χωριά: «Ακούσατε;» «Ναι, εμείς το ακούσαμε, τι ήτανε;» «Έπεσε κάτι!»
“Ήταν τρομακτικό. Δεν περιμέναμε ποτέ να γίνει αυτό που έγινε.”
Δεν είχαμε καμία προειδοποίηση. Ακούγαμε ότι κάτι ετοιμάζουν, αλλά θεωρούσαμε ότι είναι άλλο ένα πολιτικό παιχνίδι, ότι δε θα είχαν το θράσος να ξεκινήσουν πραγματικό πόλεμο. Ο Πούτιν ακόμα και τώρα αρνείται να παραδεχτεί ότι είναι πόλεμος, κι όχι «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», όπως την αποκαλεί.
Την τρίτη ημέρα αποφασίσαμε με τη σύντροφό μου να μη φύγουμε από το χωριό, για να βοηθάμε ανθρώπους που έχουν ανάγκη και τον ουκρανικό στρατό, που είναι εδώ γύρω. Φτιάξαμε, λοιπόν, μια ομάδα που φροντίζει τους ηλικιωμένους ή ανθρώπους που έχουν διαβήτη, άσθμα, ακόμα και καρκίνο. Οι εθελοντές πηγαίνουν στα γύρω χωριά ή στη Δυτική Ουκρανία για να βρουν φάρμακα και τα στέλνουν στην πλευρά μας. Συμμετέχει κι η γνωστή τραγουδίστρια, η Ρουσλάνα, πριν από λίγο μιλούσα μαζί της. Μένει στο διπλανό χωριό κι είναι πολύ ενεργή, μας βοηθάει να βρούμε αλεξίσφαιρα γιλέκα, κράνη… Χθες ψάχναμε ένα φορτηγό για τον ουκρανικό στρατό… Γενικά, ο κόσμος στην Ουκρανία συσπειρώθηκε κι έχει μάθει να αυτό-οργανώνεται.
Από τα δέκα καταστήματα της περιοχής, τρία μόνο είναι ανοιχτά κι ένα φαρμακείο. Τις πρώτες ημέρες που έφευγε ο κόσμος, είχανε αδειάσει τα ράφια. Αλλά τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα κοντά στο Κίεβο, έχουν πλέον όλες τις απαραίτητες προμήθειες. O ανεφοδιασμός γίνεται από τη νότια πλευρά της Ουκρανίας, όχι φυσικά με κανονική ταχύτητα, αλλά πάντως υπάρχει κινητικότητα.


Το καταφύγιο που βρίσκομαι τώρα είναι ένα μεγάλο τσιμεντένιο υπόγειο, κάτω από το σχολείο της περιοχής. Έχει μεγάλα δωμάτια κι ο κόσμος κοιμάται στρωματσάδα, ο ένας δίπλα στον άλλο. Είμαστε τυχεροί γιατί είναι καινούριο, κατασκευάστηκε το 2004 κι είναι καθαρό, έχει τουαλέτες και κουζίνα. Σε κάποιες πόλεις είναι τραγική η κατάσταση, είναι διακόσια άτομα σε ένα καταφύγιο και δεν έχουν καν νερό. Εμείς εδώ, τις πρώτες μέρες ήμασταν γύρω στα εκατόν πενήντα άτομα, αλλά τώρα αρκετοί έφυγαν κι έχουμε μείνει γύρω στους πενήντα. Είμαστε από όλες τις ηλικίες, κυρίως όμως οικογένειες. Έχει πολλά παιδάκια, οπότε μέχρι να πέσουν για ύπνο έχει αρκετό θόρυβο! Όταν δε χτυπάνε συναγερμοί και δε γίνονται δυνατές εκρήξεις, τότε η κατάσταση είναι πιο ήρεμη. Όταν όμως ακούγονται βομβαρδισμοί, ο κόσμος αναστατώνεται.
Στο καταφύγιο έχω κάνει κάποιους φίλους και κάνουμε βάρδιες, 10 το βράδυ με 6 το πρωί, για να προσέχουμε την είσοδο. Οι συζητήσεις μας κάθε βράδυ έχουν να κάνουν πάντα με την κατάσταση που επικρατεί, τι έχουμε δει κατά τη διάρκεια της ημέρας, πόσα αεροπλάνα έχει ρίξει ο ουκρανικός στρατός σήμερα, τι γράφουν οι αναλύσεις σχετικά με την οικονομία της Ρωσίας, πόσα εφόδια και πόσοι πύραυλοι τους έχουν μείνει… αυτές είναι οι συνηθισμένες κουβέντες μας πλέον. Δε συζητάμε ούτε για αθλητικά, ούτε για το τι θα κάνουμε το Πάσχα.
Τελευταία, όταν ακούμε τις εκρήξεις κι είναι μακριά, δε δίνουμε καν σημασία. Μόνο όταν τρέμουν οι τοίχοι και τα παράθυρα, ανησυχούμε. Μετά αρχίζουμε κι αναρωτιόμαστε αν είναι από εμάς ή προς εμάς. Πλέον καταλαβαίνουμε από το είδος του ήχου αν έχει πέσει κάτω ή αν έχει εκτοξευθεί από κάτω. Αν έφυγε από εμάς, δηλαδή, πύραυλος ή αν προσγειώθηκε σε εμάς. Αυτό που φοβόμαστε περισσότερο, είναι οι επιθέσεις προς τους αμάχους, όπως έριξαν στο παιδιατρικό νοσοκομείο στη Μαριούπολη, που μέσα είχε εγκύους και παιδιά. Αυτό είναι τραγικό και το κάνουν συνέχεια τις τελευταίες μέρες. Ενώ η ρωσική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι ρίχνουν μόνο σε στρατιωτικούς στόχους…
Υπάρχει αυτή τη στιγμή στα βόρεια του Κιέβου μια πολύ μεγάλη δύναμη Ρώσων. Λένε ότι έχει ξεμείνει από καύσιμα και πυρομαχικά, αλλά βλέπουμε τις τελευταίες μέρες ότι έχουν αρχίσει να φέρνουν συστήματα πυραύλων εδάφους. Για αυτό ανησυχούμε πιο πολύ, αυτή τη στιγμή.