Go Back

Η μόδα είναι το οξυγόνο μου

fr267_16_anonima_moda_kentriki

Ένα κορίτσι με αγάπη για τη ζωγραφική εξελίσσεται σε διακεκριμένη σχεδιάστρια μόδας. 

Είμαι η Νινέτα και είμαι σχεδιάστρια ρούχων, σχεδιάστρια μόδας. Από μικρή μου άρεσε πάρα πολύ να ζωγραφίζω. Ο πατέρας μου ζωγράφιζε σπίτι. Τον έβλεπα να ζωγραφίζει και μου άρεσε πολύ η διαδικασία, το πινέλο, η κηρομπογιά. Η μάνα μου από την άλλη πλευρά ήταν άνθρωπος της μόδας. Ψώνιζε πάντα ακριβά και ωραία ρούχα. Οπότε μέσα μου τα συνδύασα αυτά. Ζωγράφιζα ρούχα σε χαρτί. Σχεδίαζα ρούχα για Barbie. Στην πορεία μου άρεσε αυτό που έκανα και σαν χειρωνακτική δουλειά, οπότε άρχισα να ντύνω και πιο μεγάλες Barbie. Κάπως έτσι ξεκίνησε η αγάπη μου για το ρούχο. 

Με θυμάμαι από μικρή ηλικία, από την 3η δημοτικού, να σκέφτομαι και να λέω «εγώ θέλω να γίνω σχεδιάστρια μόδας». Η μάνα μου στην αρχή προφανώς δεν το πίστευε, δεν μου έδινε σημασία. Όταν έφτασα στο Λύκειο, ενώ τα άλλα παιδιά αποφάσιζαν τι κατεύθυνση ήθελαν διαλέξουν, σε ποια σχολή ήθελαν να περάσουν, εγώ δεν ήθελα να δώσω Πανελλήνιες. Δεν ήμουν τόσο καλή στο σχολείο. Προτιμούσα να ζωγραφίζω στα θρανία. 

Τέλος πάντων, έδωσα Πανελλήνιες, υπήρχε μία σχολή για σχέδιο μόδας στο Κιλκίς. Δεν την επέλεξα γιατί θα έπρεπε να πάω μακριά -μέναμε στη Χαλκίδα- θα έπρεπε να πληρώνω ενοίκιο για χρόνια. Από την άλλη όμως, δεν είχα και οικονομική δυνατότητα να πάω σε κάποια ιδιωτική σχολή. Έτσι μου είπε η μάνα μου: «Πάμε να γραφτείς στη σχολή που πέρασες». Ήταν στην Σπάρτη «Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών», κάτι τέτοιο, ούτε που είμαι σίγουρη για το όνομα της σχολής. 

Πήγα, γράφτηκα και όταν γυρνούσαμε μες στο αμάξι, της έλεγα συνεχώς: «Μην περιμένεις ότι εγώ θα πάω σε αυτή τη σχολή», «Μα, μπορεί να έχει μέλλον, πληροφορική η δουλειά του μέλλοντος. Μήπως να το ξανασκεφτείς; Τι είναι αυτά που θες να πας να σπουδάσεις; Πώς θα βρεις δουλειά; Τι θα είσαι; Μοδίστρα;» Την έλεγα στενόμυαλη και επέμενα πάρα πολύ. «Εγώ δεν πρόκειται να πάω στη Σπάρτη».

Αποφάσισα πως δεν θα πάω στη σχολή. Επομένως έκατσα ένα χρόνο στη Χαλκίδα ενώ όλοι μου οι φίλοι είχαν πάει να σπουδάσουν σε άλλες πόλεις. Δούλευα σε δύο δουλειές, σε περίπτερο και service ώστε να καταφέρω να μαζέψω ένα ποσό για να ξεκινήσω σε μία ιδιωτική σχολή μόδας στην Αθήνα. 

Ξεκίνησα και στην σχολή ήμουν πολύ «φυτό», δεν υπήρχε πιο «φυτό» από μένα. Δηλαδή ότι δεν ήμουνα στο σχολείο, ήμουν στη σχολή. Είχα κάνει εντύπωση από την αρχή. Μας έβαλαν να σχεδιάσουμε μια πόζα σε ένα χαρτί. Εγώ την έβγαλα σε 10 λεπτά και ήταν πάρα πολύ καλή, όλο το υπόλοιπο τμήμα με κοιτούσε. 

Ε, εκεί κατάλαβα ότι είμαι ένα βήμα πιο μπροστά. Μου έδωσε πάρα πολύ ώθηση και την δύναμη να δώσω τον καλύτερο εαυτό μου και όντως εκτιμήθηκε και από τους δασκάλους αυτό. Από το πρώτο έτος κιόλας με είχαν στείλει ήδη σε δουλειές, ενώ αυτό συνήθως γίνεται στο δεύτερο.

Όπως ενδυματολόγο σε ταινίες μικρού μήκους. Επίσης, συνεργάστηκα και με μία εταιρεία που έφτιαχνε πατρόν για πανεπιστήμια, τηβέννους. Όταν τελείωσα την σχολή στα δύο χρόνια είχα κάνει ήδη έξι-εφτά δουλειές. Είχα δηλαδή ήδη ένα μικρό βιογραφικό. 

Η πρώτη φορά που έφτιαξα ένα ρούχο από το μηδέν ήταν πριν πάω στη σχολή. Σχεδίασα το πρώτο μου ρούχο και το έφτιαξα κιόλας. Εντάξει, δεν υπήρχε η χαρά που είχα νιώσει. Είναι πραγματικά φοβερό να σκέφτεσαι κάτι στο μυαλό σου και μετά να το έχεις μπροστά σου ολόκληρο χειροπιαστό. Τότε ήταν η πρώτη φορά που πραγματικά είχα νιώσει τέλεια και είπα:

 «Τι έφτιαξα! Πώς τα έφτιαξα εγώ αυτά;» 

Γενικά, ο χώρος είναι πολύ ανταγωνιστικός. Όλοι στη σχολή ήθελαν να είναι οι «φασιονίστες του αιώνα», «εγώ είμαι η καλύτερη», εγώ το ένα, εγώ το άλλο. Στην πραγματικότητα δύο- τρία άτομα ήμασταν αυτοί που πραγματικά ενδιαφέρομασταν. Οι άλλοι στο μάθημα έβγαζαν φωτογραφίες, έστελναν μηνύματα κλπ. Και έπαιζε συνέχεια αυτό: «Κοίτα αυτουνού το σχέδιο, πω πω κοίτα πως το κανε, για να δω λίγο». Δηλαδή τους ενδιέφερε πάντα τι έχει κάνει ο άλλος, όχι τι έχουν κάνει οι ιδιοι… Εμένα αυτό μου έδινε ακόμα περισσότερη όρεξη να φτιάξω κάτι ακόμα καλύτερο, για να τους αφήσω με ανοιχτά τα στόματα. Αφού δεν κοιτάς την δουλειά σου, κοίτα την δικιά μου. 

fr267_16_anonima_moda_photo
fr267_16_anonima_moda_photo_1

Η πρώτη μου δουλειά ήταν μέσω μιας φίλης μου. Η μητέρα της είχε καταστήματα με ρούχα και με γνώρισε σε έναν επιχειρηματία που φτιάχνει τα δικά του ρούχα στην Ελλάδα. Να βγάζω τα πατρόν. Εκεί πέρα δεν έκανα τελικά μόνο πατρόν, έφτιαχνα από τοστ μέχρι να καθαρίζω τις τουαλέτες, ήμουνα βοηθός κόφτη, έκανα τις σχεδιάσεις για να κοπούν οι παραγωγές. Σε κάποια φάση έραβα και τα δείγματα, έκανα πάρα πολλά πράγματα εκεί, ήμουνα πολυεργαλείο. 

Έκατσα μόνο μια σεζόν, ζήτησα να παραιτηθώ και μετά βρήκα την επόμενη μου δουλειά, πήγα παρακάτω. Και πέρα από τις δουλειές ενδιάμεσα έψαχνα και με τον εαυτό μου τι θέλω, τι μου αρέσει, που θέλω να το πάω όλο αυτό. Νομίζω σε κάθε κλάδο ισχύει αυτό. Δεν είναι: «α, σπουδάζω αυτό για να βρω μία δουλειά». Πρέπει να το αγαπάς αυτό που θα κάνεις γιατί μόνο τότε θα είσαι πολύ καλός σε αυτό.

Ήμουν πάρα πολύ πωρωμένη. Ζωγράφιζα μόνη μου και έφτιαχνα μόνη μου ρούχα για τις φίλες μου. Και τώρα όταν πηγαίνουν για ψώνια, με ρωτάνε πάντα: «Τι να φορέσω; Α, αυτό μου πηγαίνει; Α, αυτό το χρώμα;» Όταν έχεις ανταπόκριση από τον κόσμο, τους φίλους σου, τους γονείς σου, τον εργοδότη που θα σου πει μία καλή κουβέντα και τα σχετικά, όλο αυτό είναι ώθηση και θες να γίνεις ακόμα καλύτερος.

Στην Ελλάδα οι βιοτεχνίες έχουν μεγάλη δυσκολία να ανταγωνιστούν εκείνες του εξωτερικού. Άλλες παραγωγές θα γίνουν έξω, άλλες παραγωγές θα γίνουν στην Ελλάδα. Αλλιώς είναι η φορολογία στην Ελλάδα, αλλιώς στο εξωτερικό. Όταν το ένα ρούχο ράβεται στην Ελλάδα πρέπει να βγαίνει φτηνό, γιατί έχει να ανταγωνιστεί τις μεγάλες εταιρείες που πουλάνε φθηνά. Γιατί παίρνουν το ύφασμα από την πηγή, από το εργοστάσιο. Στην Ελλάδα για να πάρεις το ύφασμα θα περάσει τουλάχιστον από τρεις μεσάζοντες.

Στο εξωτερικό βγαίνει με άλλη φορολογία, με πολύ χαμηλότερο το κόστος και μπορεί και σου πουλήσουν ένα μπλουζάκι 10 ευρώ. Στην Ελλάδα το αντίστοιχο μπλουζάκι θα κάνει 17 ευρώ. Οπότε οι ελληνικές βιοτεχνίες προσπαθούν συνεχώς να χαμηλώνουν το κόστος. Θέλουν απλά σχέδια, χωρίς πολλή δουλειά, δηλαδή σου κόβεται η δημιουργικότητα. Γίνεσαι λίγο ρομπότ, λίγο να αντιγράψω από δω, να δω κάτι, να κάνω. Δεν χτίζεις από το μηδέν μία ιδέα, δεν ακμάζει η μόδα. 

Η δεύτερη μου δουλειά ήταν λοιπόν σε μία τέτοια βιοτεχνία που απλά ήθελε να παράξει φθηνό ρούχο και ωραίο, αλλά με πολύ κακό ύφασμα, για να ανταγωνιστεί αυτές τις ξενές εταιρείες. Οπότε εκεί έκατσα όσο είχα να μάθω κάτι καινούργιο. Να βγάζω πατρόν, να βγάζω σχέδια, να μάθω και να πάρω ότι είχα να πάρω και μετά έφυγα. Μέσα από τις δουλειές έβλεπα πως μαθαίνω συνεχώς πράγματα. Καλύτερη ραφή, καλύτερο σχέδιο. Μάθαινα από το οτιδήποτε, δηλαδή μέχρι και από συζητήσεις μπορούσα να καταλάβω για το τι λένε πάνω στο ρούχο και τι συζητάνε για αυτό. 

Είχα πάντα το κουτσομπολιό, να μάθω πώς γίνεται το οτιδήποτε. Από μία φωτογράφηση, μέχρι το πώς να στήσεις μία βιτρίνα, μέχρι πώς βγαίνει το styling. Στη δουλειά που είμαι τώρα είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένη. Δουλεύω πάνω σε δύο διαφορετικά brands. Νιώθω ότι όντως δημιουργώ κάτι, σέβονται τη γνώμη μου, με ακούνε, τους ακούω, ανταλλάσσουμε απόψεις. Μετράει η γνώμη μου, με εμπιστεύονται.

Οι αγαπημένοι μου σχεδιαστές είναι ο Alexander McQueen και οι Viktor & Rolf, είναι είδωλα μου. Πιστεύω ότι εκεί κάπου είναι οι κλίσεις μου. Μου αρέσουν οι έντονες γραμμές, μου αρέσουν πολλές υφές, πολλά υφάσματα, να είναι μάξιμαλ ένα ρούχο. Μου αρέσουν οι έντονοι ώμοι και σίγουρα ό,τι γυαλίζει. Ένα όνειρο πολύ μακρινό -αλλά ποτέ δεν ξέρεις, είναι να έντυνα την Lady Gaga. Το λέω και ντρέπομαι από τη μία, αλλά αυτή η γυναίκα με ό,τι κοστούμι έχει βάλει σε όλες τις εμφανίσεις, είναι ένα και ένα. Πραγματικά θα μπορούσα να κάτσω ένα πεντάμηνο μερόνυχτα και να πεινάσω για να φτιάχνω ένα ρούχο και να της το δώσω. 

Μπορεί να με εμπνεύσει το οτιδήποτε για να δημιουργήσω ένα ρούχο. Θα κοιτάξω έξω από το παράθυρο, θα δω μία σκιά του δέντρου, θα δω τα φύλλα, θα κοιτάξω κάτω άμα είναι μωσαϊκό και θα βγάλω σχεδιάκια, από τα πάντα μπορεί να εμπνευστώ. Αλλά για να αποφασίσω τι μου αρέσει μπορεί να περάσουν ώρες. Δηλαδή μπορεί να σχεδιάσω κάτι και μέσα σε δύο λεπτά να πω: «Δεν μου αρέσει» και το σκίζω και φτιάχνω κάτι άλλο. Κάνω άπειρα πειράματα με ότι βρω μπροστά μου και μου αρέσει. 

Νιώθω σαν ζωγράφος όταν σχεδιάζω ή όταν φτιάχνω ρούχα. Αλλά είναι και λίγο σαν ψυχανάλυση. Κάθεσαι και το κοιτάς και λες «πω, τι μπορώ να αλλάξω; Να το κάνω αυτό έτσι, να το κάνω αλλιώς». Δεν το κάνω για «να τελειώνουμε». Ο ρουχισμός είναι από τα πρώτα αγαθά για να ζήσει ο άνθρωπος, αλλά δεν είναι μόνο για επιβίωση. Είναι και τέχνη. Δεν έχω σκεφτεί ποτέ να σταματήσω το σχέδιο. Είναι σαν μου πει κάποιος να μου κόψει το οξυγόνο. Με γεμίζει απίστευτα η δουλειά μου. 

Ερευνήτρια
Κωνσταντίνα Δούκα
Επιμέλεια
Γιώργος Πουλιόπουλος
Autoplay
Playing next

Είσαι σίγουρος πως θέλεις να τερματίσεις τον player;

Alt text
Με το που γυάλιζε το μάτι του ήξερα τι θα συμβεί