ΕΓΙΝΑ ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΟΥ, ΜΕ ΔΟΤΗ
ΕΓΙΝΑ ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΟΥ, ΜΕ ΔΟΤΗ
Περιγραφή
Για την Παυλίνα Βάμβουρα, το ταξίδι της μητρότητας ξεκίνησε όταν ένιωσε έτοιμη. Την κατάλληλη στιγμή. Απευθύνθηκε σε μία τράπεζα σπέρματος και σήμερα, μεγαλώνει δίδυμα κοριτσάκια.
Ανήκει στη Συλλογή
17 Podcasts
ΟΙ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΕΣ
Φίλτρα
Συντελεστές
Αφήγηση
- Παυλίνα Βάμβουρα
Συνέντευξη
- Ευφροσύνη Κυριαζή
Δημιουργία Podcast
- Ευφροσύνη Κυριαζή
Σχεδιασμός Ήχου
- Δημήτρης Πατσαρός
Επεξεργασία Ήχου
- Σπύρος Λυμπερόπουλος
Σκηνοθεσία Βίντεο
- Μαρία Ντρούγια
Κινηματογράφηση
- Χρήστος Ανδρόπουλος
Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ. Στα σαράντα μου το σκέφτηκα, στα σαράντα ένα μου έγινα μάνα. Όλα γίνανε την κατάλληλη στιγμή και συντελέστηκαν για να έρθει αυτό το αποτέλεσμα.
Εγώ είχα μια σχέση δώδεκα χρόνια με έναν άνθρωπο που ήθελε εξαρχής παιδιά. Δηλαδή, θυμάμαι ότι όταν είχαμε πρωτοξεκινήσει να βγαίνουμε, μου είχε πει ότι θέλει παιδιά, ήταν έτσι. Εγώ το άκουγα τότε -γιατί ήμουν πόσο, είκοσι οχτώ-είκοσι εννιά χρονών όταν τον είχα γνωρίσει- και λέω: «Τι παιδιά;» Δηλαδή, εγώ ένιωθα ανώριμη. Θεωρούσα ότι είχα τόσα θέματα, ξέρω ‘γώ, να λύσω… «Τι λέμε τώρα;»
Υπήρχαν φυσικά και τα οικονομικά προβλήματα, έτσι; Δηλαδή, πώς μεγαλώνεις ένα παιδί με ένα μισθό… τους ξέρουμε τους μισθούς που κυκλοφορούν. Δεν το είχα καθόλου στο μυαλό μου και γενικότερα, δεν ήμουνα και ποτέ παιδί -πώς να σου πω;- που θα σκεφτόμουνα από μικρή, δηλαδή, γάμο και παιδιά. Δεν το είχα ποτέ στη ζωή μου αυτό. Ενώ άλλες φίλες μου, παράδειγμα, σου ‘λεγαν: «Εγώ ξέρω το νυφικό που θα φορέσω από όταν ήμουνα», ξέρω ‘γώ, «δέκα χρονών». Δηλαδή, σου λένε κάτι τέτοια και λες: «Μα είναι δυνατόν;» Κι όμως. Εγώ δεν το είχα αυτό.
Χώρισα, λοιπόν, στα σαράντα μου με αυτόν τον άνθρωπο, μετά από δώδεκα χρόνια σχέση. Γιατί όλοι περίμεναν θα παντρευτούμε και θα κάνουμε παιδιά. Κι εγώ στα σαράντα μου, ξαφνικά λέω: «Γεια σας!» Κι εκεί πέρα, όταν βγαίνεις μετά από μια τόσο πολύ μεγάλη σχέση κι έχεις να δεις πώς έχει αλλάξει ο εαυτός σου, ρε παιδί μου, σε όλα αυτά τα χρόνια; Σιγά-σιγά, αρχίζοντας και βρίσκοντας τον εαυτό μου, σκεφτόμουνα: «Τελικά, έχω πολλά πράγματα να δώσω σ’ ένα παιδί». Σκεφτόμουνα: «Μήπως να υιοθετήσω;» Λέω: «Πόσο εύκολο είναι να υιοθετήσει μια γυναίκα μόνη;» Και τελικά αποφάσισα, λέω: «Όχι», λέω, «θα κάνω μόνη μου παιδί. Θα βρω δότη και θα κάνω μόνη μου παιδί».
Έχουμε τράπεζα σπέρματος εδώ στην Ελλάδα. Πήγα σε μία από αυτές εδώ, έκανα μία συζήτηση με την κυρία που την έχει, μου έλυσε κάποιες απορίες και μετά, άρχισα να κοιτάζω τα προφίλ.
Κοιτάζοντας τα προφίλ, είχα καταλήξει, θυμάμαι, σε τέσσερα. Στα προφίλ σού λέει κάποια χαρακτηριστικά, το χρώμα των μαλλιών, το χρώμα των ματιών, τον σωματότυπο και τα σχετικά. Το επάγγελμά του, αν έχει σπουδάσει, τι έχει σπουδάσει, τα ενδιαφέροντά του. Καταρχήν, το πρώτο εγώ που έψαχνα είναι να έχω την ίδια ομάδα αίματος, γιατί δεν ήξερα αν θα χρειαστεί κάτι, παράδειγμα, αργότερα στα παιδιά και τα σχετικά. Το αν θα ήταν ξανθός ή μελαχρινός, τέτοια, δε μου έκανε καθόλου… δηλαδή, δεν κοίταζα καθόλου αυτά.
Υπήρχαν π.χ. δότες αρκετοί που ήταν στο κομμάτι της πληροφορικής, εργαζόντουσαν. Ξέρουμε λίγο ως πολύ, ότι οι άνθρωποι της πληροφορικής είναι αυτοί που κάθονται μπροστά στο κομπιούτερ, στο λάπτοπ τους, ξημεροβραδιάζονται, κολλάνε, όπως κι εμείς κολλάμε. Ξέρεις, αν ξεκινήσεις λίγο με το κινητό, λίγο τάμπλετ, λίγο έτσι, λίγο αλλιώς, κολλάς. Εγώ, λοιπόν, δεν ήθελα… Σκεφτόμουν αυτόν τον άνθρωπο στη ζωή μου, αν θα μπορούσα με αυτόν τον άνθρωπο να είμαι μαζί, κατάλαβες; Τον δημιουργούσα κι έλεγα: «Θα ήθελα με έναν τέτοιο άνθρωπο στο σπίτι μου, να κάνω παιδί;» Δηλαδή, αυτά τα χαρακτηριστικά θα έπαιρνε το παιδί μου. Κι έλεγα: «Όχι, δε θέλω».
Υπήρχε, θυμάμαι, ένας άλλος ο οποίος ήταν ξυλουργός, που σημαίνει τέχνη με τα δάχτυλα, skilled άνθρωπος. Αυτό ήταν κάτι πάρα πολύ ωραίο, αλλά δε μου έκαναν μετά άλλα χαρακτηριστικά, ας πούμε. Κι υπήρχε κι άλλος ένας, o τρίτος ήταν επίσης νεαρός -γιατί κι ο δότης που διάλεξα ήταν μικρός σε ηλικία- αλλά επειδή τον ρωτούσαν κι υπήρχαν και κάποιες ερωτήσεις, οπότε έβλεπες και τις απαντήσεις του, υπήρχε ένα πολύ arrogant, ρε παιδί μου, ύφος που είχε κι αποφάσισα ότι δε θέλω ένα τέτοιο, ένα τέτοιο στυλ.
Κι έμεινα με τον έναν, πιο μετρημένος θα μαζεμένος. Θυμάμαι που μου άρεσε ότι η μητέρα του ήταν μεταφράστρια κι αυτός ήξερε έξι ξένες γλώσσες. Ότι έπαιζε βόλεϊ, που μου άρεσε κι αυτό, κι ότι από τα ενδιαφέροντά του ήταν κυρίως το να κάνει κάμπινγκ και δραστηριότητες στη φύση. Είδα και το ζώδιό του! Οπότε είναι Λέων, οπότε κι εγώ είμαι Κριός, οπότε είμαστε καλά, έτσι; Οπότε, λέω: «Αφού μίλησαν και τα ζώδια, τελείωσε, αυτός είναι!»
Και το διάβασα τόσες φορές το προφίλ του, που τον δημιούργησα στο μυαλό μου, τον δημιούργησα σαν άνθρωπο. Πώς θα ήταν αυτός ο τύπος, ρε παιδί μου. Γιατί προσπαθούσα να βρω κάποιον που να έχουμε πάνω-κάτω κοινά ενδιαφέροντα. Οπότε επέλεξα αυτόν τον δότη. Τον οποίον πραγματικά μερικές φορές κάθομαι, πάω για έναν καφέ μόνη μου και κάθομαι και το σκέφτομαι όλο αυτό το πράγμα και νιώθω και σαν να πηγαίνω για έναν καφέ μαζί του. Δηλαδή, πραγματικά, ότι αν τον γνώριζα αυτόν τον άνθρωπο, θα ήθελα να έχω μια σχέση μαζί του. Θα ήθελα να κάνω πράγματα μαζί του.
Τον έχω ονομάσει «Γιώργο», τον δότη μου. Δεν τον ξέρω. Να είναι καλά όπου και να είναι, ο άνθρωπος. Τον δημιούργησα στο μυαλό μου, δηλαδή τον έφτιαξα, ρε παιδί μου. Τα μαλλιά του, ξέρεις, το σώμα του πώς θα ήταν και τα σχετικά, τις απόψεις του... Το ‘κανα εσκεμμένα για να έχω αυτή τη σύνδεση, να θυμάμαι τα χαρακτηριστικά τα οποία μπορεί να τα βλέπω στα παιδιά μου. Οπότε κάθομαι και πίνω έναν καφέ κι είναι σαν να πίνω καφέ με αυτόν, τον δότη μου, με τον Γιώργο, ας πούμε. Και μου αρέσει αυτό.
Όποτε λοιπόν ξεκίνησα, αποφάσισα να το κάνω, μίλησα με τον γιατρό μου… Γιατί εντάξει, ήμουνα πλέον σαράντα, δεν ήξερα τη διαδικασία, δεν ήξερα αν θα μπορώ και τα σχετικά. Οπότε μπήκα μέσα σ’ όλο αυτό. Ξεκίνησα τις ενέσεις.
Τότε δούλευα σε μια δουλειά που έπαιρνα αρκετά καλά χρήματα, αλλά δούλευα πάρα πολλές ώρες. Οικονομικά ήμουν αρκετά καλά, οπότε θα μπορούσα να το ξεκινήσω. Και την ημέρα που ξεκίνησα τις ενέσεις, την ίδια μέρα έγινε μια πολύ μεγάλη φασαρία στη δουλειά κι ήρθα σε μεγάλη ρήξη με τους ανθρώπους που την είχαν. Οπότε εκείνη την ημέρα το απόγευμα, λέω: «Κοίτα να δεις», λέω, «θα πρέπει να αποφασίσεις τι είναι πιο σημαντικό για σένα. Ή θα κάνεις οικογένεια ή θα είσαι σ’ αυτή τη δουλειά, με όλη αυτή την πίεση». Κι εκείνη τη μέρα, γύρισα κι είπα: «Θα κάνω οικογένεια. Θα φύγω», λέω, «από την εταιρεία». Κι έφυγα.
Οπότε ξεκίνησα το ταξίδι της μητρότητας χωρίς να έχω δουλειά, που ήταν το μεγάλο μου άγχος βασικά, αλλά όμως με μια σιγουριά ότι θα κάνω παιδιά, ότι θα το καταφέρω. Δηλαδή, το είχα μέσα μου ότι θα κάνω δίδυμα, τελείωσε! Κι ότι θα το καταφέρω, no matter what. Θα γίνει.
Παρασκευή ήταν η τελευταία μέρα στη δουλειά. Σάββατο έκανα την ωοληψία, Τρίτη έκανα την εμβρυομεταφορά και προχώρησε η εγκυμοσύνη κι είχα μια εγκυμοσύνη πάρα πολύ καλή.
Εγώ όταν έκανα την εμβρυομεταφορά ένιωσα τόσο συγκινημένη, που βούρκωσα. Ήμουνα, δηλαδή, ξαπλωμένη κι έβλεπα σε μια μεγάλη οθόνη, τα έβλεπα στο τρυβλίο και μετά που τα βάλαμε μέσα μου και το έβλεπα στην οθόνη και μου το έχουν βγάλει φωτογραφία και το έχω κορνιζάρει στο σαλόνι μου. Είναι πρώτη τους φωτογραφία μέσα μου, που τα καλωσορίζεις στο σώμα σου, τα καλωσορίζεις. Είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Και μετά ακούς και την καρδούλα, αργότερα. Τότε γύρισα κι είπα: «Ρε συ, τι έκανα τόσα χρόνια στη ζωή μου;» Αλλά ξέρω ότι δε θα ήμουν έτοιμη νωρίτερα. Γι’ αυτό, όλοι μας έχουμε τη στιγμή μας, τον χρόνο μας. Αυτό είναι το σημαντικό.
Και μετά, φυσικά, ήρθε η γέννα. Δύο πλάσματα σε έναν καινούργιο κόσμο. Δύσκολα. Δύσκολα πολύ. Είσαι όχι μόνο εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, είσαι no matter what. Δηλαδή, δεν είσαι καλά, έχεις πυρετό, είσαι άρρωστος, είσαι καλά, είσαι άυπνη… αυτά τα παιδιά είναι, είναι προτεραιότητα. Με κάποιο τρόπο η φύση σού δίνει όλη αυτή την ενέργεια, όσο κουρασμένη και να είσαι, να το αγκαλιάσεις το μπεμπάκι. Σκέψου, είναι σαν να πηγαίνεις σε έναν άλλο πλανήτη, σε μια χώρα, ας πούμε, καινούργια, που δεν ξέρεις κανέναν και δεν ξέρεις ούτε πώς να επικοινωνήσεις, ούτε τη γλώσσα σου. Κι έχεις μόνο έναν άνθρωπο που ανάλογα τα κέφια του και το πόσο θα σου δώσει σημασία, θα μπορέσει να σε βοηθήσει να προσαρμοστείς. Έτσι είναι τα βρεφάκια. Έρχονται σε έναν καινούργιο κόσμο, οπότε εσύ είσαι αυτή που θα του δώσεις τα πάντα: τη σιγουριά, το χάδι, την αγκαλιά… θα ακούσεις αυτό το κλάμα, θα ξανακούσεις αυτό το κλάμα και θα τα αγκαλιάσεις, μέχρι να νιώσουν ασφάλεια. Αυτή είναι η ουσία.
Και τα βλέπεις όπως μεγαλώνουν, ξέρεις, με τα καλά τους, με τα στραβά τους, με την γκρίνια, με το χαμόγελό τους, με τη… Σου λένε «μαμά» και λιώνεις! Είναι πρωτόγνωρο για τις γυναίκες που γίνονται μαμάδες, βρε παιδί μου. Όσο και να σου λένε πώς είναι, δεν μπορείς να το φανταστείς αυτό το πράγμα. Πώς να το καταλάβεις;
Είναι πολύ όμορφο μια γυναίκα να γίνεται μητέρα. Είναι πολύ όμορφο να έρχεται σε επαφή με όλη αυτή τη διαδικασία. Όσο δύσκολο κι αν είναι. Υπάρχουν γυναίκες που έχουν χρησιμοποιήσει και δότριες. Έλεγε μια κοπέλα, της είχε πει η γιαγιά της: «Από το χωράφι του γείτονα, το δέντρο του έχει ανέβει και ρίχνει τον καρπό, από τους καρπούς του, στο δικό σου το χωράφι. Αυτός ο καρπός, λοιπόν, πιάνει και δημιουργεί δεντράκι στο δικό σου το χωράφι. Και τελικά, το δεντράκι», λέει, «ποιανού είναι; Είναι δικό σου ή του γείτονα;»
Είναι τόσο σημαντικό και τόσο μεγάλο αυτό το θαύμα. Το να βλέπεις δέκα κύτταρα να βάζουν μέσα σου στην αρχή και ξαφνικά, μετά από ενάμιση χρόνο, ξέρω ‘γω, να βλέπεις δύο πλασματάκια να τρέχουν δεξιά κι αριστερά. Είναι τόσο σημαντικό αυτό και τόσο μεγαλειώδες, που έχουμε ξεχάσει τη φύση μας, έχουμε ξεχάσει αυτή την ομορφιά, αυτή την ιδιαιτερότητα που έχουμε, το να δημιουργούμε ζωή. Kαι την έχουμε ξεχάσει ακριβώς γιατί είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα. Είναι ένα θαύμα.
Φτιάχνεις ένα θαύμα και το ζεις, το ζει το σώμα σου. Δεν υπάρχει καλύτερο, πιο όμορφο πράγμα από αυτό.